Η ικανότητα σε ένα παιδί να θυμάται αντικείμενα, γεγονότα ή πρόσωπα γεννιέται προτού να είναι σε θέση να εκδηλώσει αυτή του την κατάσταση με λόγια. Ωστόσο η ολοκλήρωση της ανάπτυξης κρατάει πολλά χρόνια. Μπορούμε να πούμε, ότι περίπου όταν αρχίζει να πηγαίνει σχολείο το παιδί διαθέτει μια ικανότητα για μνήμη που του επιτρέπει να μαθαίνει.
Στη συνέχεια, η μνήμη εξακολουθεί να βελτιώνεται σχεδόν μέχρι το 25ο έτος της ηλικίας του, οπότε ο άνθρωπος φθάνει στο μάξιμουμ της διανοητικής του ικανότητας.
Μέχρι τον έκτο περίπου μήνα, η ικανότητα του παιδιού να θυμάται περιορίζεται σε ελάχιστα πρόσωπα. Λίγες ημέρες μετά τη γέννησή του με τη βελτίωση της όρασής του, μπορεί να αναγνωρίζει τη μητέρα και 3-4 άλλα πρόσωπα τα οποία βλέπει συχνά. Μετά τον έκτο μήνα μπορεί να «παίζει» λίγο με τη μνήμη του. Αν του κρύψουν ένα αντικείμενο κάτω από το τραπεζάκι του, το μικρο θα θυμηθεί πρός στιγμή που βρίσκεται και σε λίγους μήνες θα είναι σε θέση να το βρει, προς μεγάλη του ευχαρίστηση.
Όταν χρονίζει, αυτό είναι ένα από τα παιχνίδια που το ενθουσιάζουν. Μπορεί να περνάει ώρες ολόκληρες κρύβοντας και ξαναβρίσκοντας τα παιχνίδια του. Σε αυτή την ηλικία, μπορεί να θυμάται και πρόσωπα που έχει δει μερικές φορές μόνο. Αν ακούσει τον ήχο κάποιας συσκευής ή του ανοίξετε την τηλεόραση κι έπειτα την κλείσετε, το μικρό θα προσπαθήσει να πλησιάσει στην πηγή του «μυστηρίου» και θα την αγγίζει, για να παραγάγει και πάλι αυτό που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον του. Το ίδιο θα κάνει κάθε φορά που θα βρίσκεται στην ίδια κατάσταση.
Μεταξύ 18ου και 24ου μήνα το παιδί θυμάται τέλεια τραγουδάκια και στιχάκια, αλλά και μεγάλες διαδρομές ή γεγονότα. Όμως ακόμα δεν έχει αίσθηση του χρόνου και σε κάθε του αφήγηση το κάθε τι αναφέρεται γενικά στο «χτες» η «στο σήμερα το πρωί». Ήδη από τον 18ο μήνα τα πιο «προχωρημένα» παιδιά θυμούνται φράσεις και έννοιες που τους είναι άγνωστες.
Από αυτή την ηλικία και μετά είναι σύνηθες το ότι δυο με τρεις ημέρες μετά από ένα καθημερινό γεγονόςή μετά από μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ μεγάλων, το παιδί κάνει κάποια ερώτηση εκπληκτική για την ακριβειά της. Όχι μόνο έχει αποτυπώσει στη μνήμη του το τι συνέβη, αλλά θυμάται και εκείνο που του έχει κινήσει τη περιέργεια. Στο σημείο αυτό η ικανότητά του να επαναφέρει στη μνήμη του διάφορα πράγματα δεν είναι πια μόνο άμεση αλλά και παρατεταμένη. Είναι του τύπου: «θυμάμαι επι αρκετές ημέρες κάτι που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα».
Τα μικρά, κατά τη διάρκεια της περιόδου ωρίμανσης της μνήμης λατρεύουν τα τραγουδάκια και α στιχάκια με ομοιοκαταληξία. Επίσης η επανάληψη τα διασκεδάζει αφάνταστα. Αυτού του είδους η διαδικασία τους παρέχει διπλό όφελος: εξασκείται η ικανότητά τους να θυμούνται και αισθάνονται σιγουριά. Η επανάληψη φράσεων και στίχων αποτελεί για τα μικρά ένδειξη ότι αυτό που τελειώνει μπορεί να ξαναγίνει και συνεπώς τίποτα δεν χάνεται οριστικά. Με τη βελτίωση της μνήμης τους, που προχωρεί βήμα –βήμα με την ανάπτυξη της ικανότητας να προσέχουν και να συγκεντρώνονται, πολλά παιδιά θα είναι σε θέση να «βοηθούν» τους γονείς τους. Μπορεί να συμβεί έτσι ενώ η μαμά ψάχνει να βρει τη τσάντα και τα γυαλιά της, το μικρό με καμάρι να κάνει την εμφάνιση του φέρνοντάς τα.
Μετά τους έξι μήνες της ζωής του το παιδί αρχίζει να θυμάται και τις αρνητικές εμπειρίες, που ωστόσο φαίνεται πως είναι εκείνες που ξεχνιούνται ευκολότερα. Στον ένα χρόνο, αν το παιδί απομακρυνθεί από το κρεβάτι των γονέων όπου είχε ανέβει για να παίξει, κλαίει και στεναχωριέται. Την άλλη ημέρα όμως όταν βρεθεί στην ίδια κατάσταση, θα πάει προκλητικά προς το κρεβάτι σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Η ανάμνηση των δυσάρεστων γεγονότων διαρκεί πράγματι στην ηλικία αυτή λίγα λεπτά. Αλλά αργότερα, αν το παιδί αγγίξει ενα πολύ ζεστό αντικείμενο, από ένστικτο θα τραβήξει το χέρι του και, για ένα ορισμένο διάστημα, βλέποντας το «κακό» αυτό αντικείμενο θα κλαίει.
Η μνήμη στη φάση αυτή της ζωής είναι σημαντική και για την έναρξη της ομιλίας. Για να μάθουμε στα μικρά τις πρώτες λέξεις, καλό είναι να τις συνοδεύουμε με την εμφάνιση ενος αντικειμένου που ονομάζουμε. Ας δούμε μερικά παραδείγματα: